Το Entoloma griseocyaneum (Fr.) P. Kumm. (BK4/36, C5/1865, JM910, D418, Jο208, Mο206) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, μοναχικά ή κατά ομάδες, σε λιβάδια, βοσκοτόπια, ανάμεσα σε γρασίδι ή βρύα, σε ασβεστώδη εδάφη και παράγει μικρά βασιδιώματα με ημισφαιρικό, κυρτό αργότερα, λείο και θαμπό, ελαφρώς λεπιδωτό, γκριζοκαφετί με βιολετιούς τόνους σε νεαρή ηλικία, πιο ανοιχτόχρωμο αργιλοκαφετί ή κιτρινοκαφετί αργότερα καπέλο (διάμ. 1,5-3 εκ.), γυριστή για αρκετό διάστημα, ελαφρώς κυματιστή, αδιαφανή περίμετρο, λεπτή, λευκωπή, σχεδόν άοσμη σάρκα, ήπια γεύση, αρχικά λευκά, με ροδοκαφετιά απόχρωση αργότερα, πλατιά, αρκετά πυκνά (18-23), μεροστυπικά με δοντάκι ή ελεύθερα ελάσματα με λείες ακμές, συμπαγές αρχικά, κούφιο τελικά, ελαφρώς ινώδες, θαμπό, κυανό αρχικά, πιο ξεθωριασμένο κυανογκριζωπό αργότερα, σχεδόν κυλινδρικό πόδι (4-6 (8) x 0,2-0,5 εκ.) με κάπως πλατύτερη βάση και λευκό χνούδι στο κατώτερο τμήμα που πυκνώνει στη βάση, ακανόνιστα πενταγωνικά έως οκταγωνικά βασιδιοσπόρια (8,5-12 x 6,5-8,5 μm) με ακίδα στο ένα άκρο και καφεκοκκινωπό σποριοαποτύπωμα.
Πηγή. Agaricales, αδημοσίευτο αρχείο, Γιώργου Κωνσταντινίδη.