Το μάλλον συνηθισμένο, μη εδώδιμο Limacella illinita (Fr.) Maire (BK4/163, C1/33, JM1276, D481, Cο821, Π10, Mο229, AG22) καρποφορεί κυρίως από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο, μοναχικά ή κατά ομάδες από ολιγάριθμα καρποσώματα, σε όλων των ειδών τα δάση, ιδιαίτερα κάτω από πεύκα (θαλάσσια, δασική ή χαλέπια πεύκη), αριές, κουμαριές, ερυθρελάτη και λαδανιές, σε γυμνό χώμα, ανάμεσα σε γρασίδι και φυτά, φυλλάδα ή βελόνες και παράγει μικρά έως μεγάλα βασιδιώματα με αρχικά ημισφαιρικό, καμπανόμορφο, κυρτό ή σχεδόν επίπεδο αργότερα, συχνά με αμβλύ ύβο, έντονα γλοιώδες και γυαλιστερό όταν είναι υγρό, θαμπό όταν είναι ξερό, λευκό, λευκωπό, κρεμ ή λευκοκρέμ, μερικές φορές ωχροκρέμ ή αργιλόχρωμο (f. ochracea) καπέλο (διάμ. 3-6,5 (10) εκ.), οξύληκτη, κυρτή για αρκετό διάστημα περίμετρο, λευκά ή λευκωπά, πλατιά, πυκνά (55-70) ελεύθερα ελάσματα με λείες κόψεις, γλοιώδες, (σε νεαρή ηλικία), λευκωπό ή ωχρωπό, κυλινδρικό, μερικές φορές με ελαφρώς πλατύτερη βάση, συμπαγές αρχικά, κούφιο τελικά, εξαιρετικά εύθραυστο πόδι (5-10 x 0,6-1 εκ.), μερικές φορές με ίχνη ζώνης δακτυλιδιού, λευκωπή σάρκα, αλευρώδη μυρωδιά, ήπια, αλευρώδη γεύση, πλατιά ελλειπτικά, υποσφαιρικά ή σταγονόμορφα, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια (4-5,5 x (3) 3,5-4 (4,5) μm) και λευκό σποριοαποτύπωμα.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)