Cortinarius caperatus (Pers.) Fr.
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Cortinarius caperatus (Pers.) Fr.
To μάλλον ασυνήθιστο, φαγώσιμο και νόστιμο* Cortinarius caperatus (Pers.) Fr. (Cortinarius) (=Rοzites caperatus (Pers.) P. Karst.) (FN662, ΒΚ5/383, C1/59, Μ1/25, JM1352, D829, Jο297, Cο1092, P141, G287, Bο230, Bu135, Mο418, Κ5-201) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, μοναχικά ή κατά ομάδες, ανάμεσα σε βελόνες ή φυλλάδα, σε δάση κωνοφόρων (ιδιαίτερα ερυθρελάτης) και σπανιότερα πλατυφύλλων και παράγει μεγάλα βασιδιώματα με σφαιρικό, κυρτό έως πιο επίπεδο αργότερα με αμβλύ ύβο στο κέντρο, μερικές φορές ρυτιδωμένο, ωχρωπό, με κρεμ, αργιλόχρωμες, κιτρινωπές ή -σπανιότερα- κιτρινοπορτοκαλιές αποχρώσεις καπέλο (διάμ. 4-10 εκ.), που μερικές φορές καλύπτεται από λεπτότατο στρώμα λευκωπής, λευκογκριζωπής ή λιλά πάχνης (υπολείμματα πέπλου), λεπτή, κυρτή αρχικά, ευθεία αργότερα, κανονική αρχικά, κυματιστή ή λοβωτή στην ωριμότητα, μερικές φορές σχιστή περίμετρο, αρκετά πυκνά, σγουρά, αρκετά πλατιά και παχιά, αργιλόχρωμα αρχικά, ωχρά στην ωριμότητα ελάσματα που ακουμπούν στο πόδι με κόλπωση και έχουν πιο ανοιχτόχρωμες, οξύληκτες, ομαλές αρχικά, οδοντωτές αργότερα ακμές, σχεδόν κυλινδρικό, λευκοκρέμ με ωχρωπούς τόνους πόδι (5-8 (15) x 1-2,5 εκ.) με πλατύτερη βάση, με βαμβακένιες ίνες, μεμβρανώδες, λευκοκρέμ δακτυλίδι με δύο άκρα, μερικές φορές με λιλά τόνους και ακανόνιστα αμυγδαλόμορφα, μετρίως στικτά, ωχροκιτρινωπά βασιδιοσπόρια (10-14 x 7-9 μm). * Ωστόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά να μη καταναλώνεται κανένα είδος του γένους Cortinarius Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)