Το συνηθισμένο, μη εδώδιμο (FI, G) Lactarius vellereus (Fr.) Fr. (=Lactarius albivellus Romagn., Lactarius aspideus var. hometii (Gillet) Nüesch, Lactarius hometii Gillet, Lactarius vellereus var. bertillonii Neuhoff, Lactarius vellereus var. boudieri J. Blum, Lactarius vellereus var. fuscescens J. Blum, Lactarius vellereus var. hometii (Gillet) Boud., Lactarius vellereus var. odorans J. Blum, Lactarius vellereus var. queletii J. Blum, Lactarius vellereus var. trifurcatus R. Schulz, Lactarius vellereus var. typicus Maire, Lactarius vellereus var. vellereus (Fr.) Fr., Lactarius vellereus var. velutinus (Bertill.) Bataille, Lactarius vellereus var. virescens Hesler & A.H. Sm., Lactarius velutinus Bertill., Lactifluus vellereus (Fr.) Kuntze κ.ά.) (FN94, C1/186, Μ6/505, JM593, D934, Jο310, Cο1513, P77, G308, Bο94, Mο451, Κ3-510, FI-1190, ΒΚ6-77, G/L290, La713, ως Lactarius vellereus var. fuscescens: Μ6/505, ως Lactarius vellereus var. οdοrans: Μ6/505, ως Lactarius vellereus var. hometii: Μ6/505, FI-1191, ως: Μ6/505 και ως: Μ6/505) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο σε δάση πλατυφύλλων (καστανιάς, δρυός, οξιάς) και κωνοφόρων (πεύκου, ερυθρελάτης) και παράγει μεγάλα έως πολύ μεγάλα βασιδιώματα με αρχικά κυρτό, και αργότερα κοίλο, ασύμμετρο και χωνιόμορφο, ξερό, θαμπό, παχνώδες και χνουδωτό-βελούδινο, λευκωπό, λευκοκρέμ καπέλο (διάμ. 8-20 (30) εκ.) με γκριζωπές ή ωχροκοκκινωπές κηλίδες, μερικές φορές (πρώην Lactarius vellereus var. fuscescens) με καφεπορτοκαλί κέντρο, μερικές φορές με κόκκους χώματος,βελούδινη, κυματιστή ή λοβωτή, γυριστή για αρκετό διάστημα περίμετρο, αραιά ή μέτριας πυκνότητας, εύθραυστα, μερικές φορές (πρώην Lactarius vellereus var. fuscescens) πολύ στενά ελάσματα (1-2 χιλ.), λευκωπά αρχικά, κρεμ αργότερα, με κιτρινωπές κηλίδες και ίχνη από ρόδινες ή βιολετιές ανταύγειες, εφαπτόμενα ή κατερχόμενα ελάσματα με ομοιόχρωμες, οξύληκτες ακμές και μικρές σταγόνες σε πρώιμο στάδιο, κοντόχοντρο, μάλλον έκκεντρο, σκληρό και συμπαγές, ομοιόχρωμο με το καπέλο, χνουδωτό πόδι (2-6 x 2-4 εκ.) με λείες-γυμνές κηλίδες κατά περιοχές, παχιά, συνεκτική και σκληρή, λευκή σάρκα που γίνεται κιτρινοκρέμ όταν κοπεί και δεν πορτοκαλίζει με ΚΟΗ, αδύναμη, δυσάρεστη μυρωδιά ή μερικές φορές (πρώην Lactarius vellereus var. οdοrans) μυρωδιά πελαργόνιου, στυφή-καυτερή γεύση, ελάχιστο, λευκό, αρχικά πικρό και αργότερα μάλλον στυφό και καυστικό γάλα, που δεν (ΒΚ) μεταχρωματίζεται ή (πρώην Lactarius vellereus var. hometii) μεταχρωματίζεται σε βιολετί στα πληγωμένα ελάσματα και δεν (ΒΚ) μεταχρωματίζεται με ΚΟΗ, υποσφαιρικά ή πλατιά ελλειπτικά βασιδιοσπόρια ((6,9) 7,5-10 (12) x (6,4) 7-8,5 (9,5) μm, ΒΚ: 6,9-9,7 x 6,4-8,3 μm, G: 7,5-11 x 7-9 μm, La: 7,5-10,5 x 7-8,5 μm) με πολύ μικρά κοκκώδη φύματα που σχηματίζουν ατελές έως σχεδόν πλήρες (ΒΚ, G) δίχτυ, λευκωπό σποριοαποτύπωμα, κυλινδρικά ή ροπαλόμορφα χειλοκυστίδια (20-55 (60) x 4-6 (7) μm), κυλινδρικά, ροπαλόμορφα ή ελαφρώς ατρακτόμορφα πλευροκυστίδια ((40) 70-110 x 5-8 μm) και διαφραγματικές τρίχες (x 3-6 μm) πιλοδερμίδας τύπου τριχοδέρμιου, με παχύτοιχα άκρα. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Ερυθροειδή- Russulaceae (αδημοσίευτο αρχείο)