Το μάλλον ασυνήθιστο Daedalea quercina (L.) Pers. (BK2/383, C1/319, M3/283, JM257, Jο96, Cο87, P233, G457, Bο318, J364, Κ3-585, manitari.gr) καρποφορεί όλο τον χρόνο, μοναχικά ή κατά ομάδες, σε πρέμνα δρυός και καστανιάς ή σε ξυλεία κατασκευών και παράγει μεγάλα έως πολύ μεγάλα, παχιά, μονοετή ή πολυετή, γεισοειδή, ευρέως εφαπτόμενα στο υπόστρωμα βασιδιώματα (10-20 (30) x 10-20 x 3-5 (7) εκ.) με κυματιστή, ανώμαλη, φυματώδη, ελαφρώς χνουδωτή επάνω επιφάνεια με αμυδρές, ομόκεντρες γκριζοκαφετιές και καφετιές ζώνες, ελαφρώς κυματιστή, λεπτή και οξύληκτη, ανοιχτόχρωμη ωχροκαφετιά αρχικά, γκριζοκαφετιά αργότερα περίμετρο, αρχικά επίπεδη, λεια, λευκωπή κάτω επιφάνεια και αργότερα με τρυπούλες, που εξελίσσονται σε παχιά, λαβυρινθώδη, ατελή, αργιλόχρωμα -μερικές φορές με ρόδινη απόχρωση- (ψευδο)ελάσματα (1-3 x 0,15-0,2 εκ.), με ενδιάμεσα κενά πλάτους 1-2 χιλ., παχιά, σκληρή, φελλώδη, με αμυδρές ζώνες, ανοιχτόχρωμη καφετιά σάρκα με ευχάριστη μυρωδιά, οξεία γεύση και ελλειπτικά, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια (5-7 x 2,5-3,5 μm). Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Πολύποροι-Polyporaceae (αδημοσίευτο αρχείο)