Το Hymenogaster rehsteineri Bucholtz (MS494, GL223, C7/2885, J497, micologia.net, ambmuggia.it, Κ5-473) καρποφορεί του όλο σχεδόν το χρόνο (έχουν αναφερθεί καταγραφές στην Ευρώπη κατά τους μήνες: Μάρτιο, Μάιο, Ιούνιο, Αύγουστο, Σεπτέμβριο, Οκτώβριο, Νοέμβριο, Δεκέμβριο), κυρίως όμως το φθινόπωρο, κάτω από διάφορα πλατύφυλλα (ιτιά, γιδοϊτιά, καβάκι, τρέμουσα λεύκη, δρυς, σημύδα, φλαμουριά) ή κωνοφόρα (ψευδοτσούγκα, ερυθρελάτη, δασική πεύκη, πεύκο νάνο), σε ορεινές ως επί το πλείστον περιοχές και έχει βολβώδη, υποσφαιρικά, λοβωτά ή νεφροειδή βασιδιώματα (1-1,5 (3) εκ. διάμ.) με μικρό θύσανο μυκηλιακών χορδών στη βάση, λεπτό (0,1-0,3 χιλ. όταν είναι φρέσκο), λείο, σχεδόν μεταξένιο, αρχικά επίμονο λευκωπό και αργότερα ελαφρώς ωχροκιτρινωπό ή ωχρωπό με νηματοειδή δομή πηρίδιο, γκριζωπό, κιτρινωπό ή αργιλογκριζωπό αρχικά, ωχροκαφετή, κοκκινωπό ή κανελή-καστανό αργότερα θρόμβο με ευκρινώς ορατές, άνισες, μακρουλές κυψέλες (0,5-1 χιλ. πλάτος), μερικές φορές με μικρή, στοιχειώδη άγονη βάση, αρχικά ευχάριστη και αργότερα δυσώδη μυρωδιά και κανονικά, ελλειπτικά-ατρακτόμορφα βασιδιοσπόρια ((14) 17-24 (28) x (7) 9-11 (12,5) μm), με οξεία, λογχοειδή αλλά όχι εμφανώς καλοσχηματισμένη θηλή στην κορυφή με εμφανή υπολείμματα του στηρίγματος (1-2 μm μήκος) και εμφανές, λιγότερο ή περισσότερο σφιχτό περισπόριο που διακρίνεται ευκρινώς στην κατατομή (προφίλ) με εμφανείς ρυτίδες και εξογκώματα, κιτρινοκαφετιά ή κοκκινοκαφετιά σε πλήρη ωριμότητα. Πηγή-Αδημοσίευτο αρχείο Γ.Κωνσταντινίδη.