Το Mycena abramsii Murrill (My217, BK3/311, C7/2751, ΑG123, FN383) καρποφορεί από τον Απρίλιο, αλλά κυρίως το φθινόπωρο, κατά ομάδες από πολυάριθμα, συναθροιζόμενα βασιδιώματα , σε πρέμνα και κλώνους πλατυφύλλων (συνηθέστερα οξιάς αλλά και γαύρου και δρυός) και σπανιότερα κωνοφόρων (ερυθρελάτης, πεύκης) και παράγει μικρά, μάλλον εύθραυστα βασιδιώματα με αργιλογκριζωπό-γκριζοκαφετί καπέλο (0,8-3,5 εκ. διάμ.), λευκά ή λευκογριζωπά-κρασάτα, μεροστυπικά-κολπωτά ελάσματα (18-28) με λείες ακμές, κυλινδρικό, εύθραυστο, λείο, λευκωπό με διαφανείς ζώνες πόδι (3-6 (10) x 1-3 εκ.) που εκκρίνει νερουλό χυμό όταν κοπεί, μερικές φορές με λευκό μυκήλιο στη γκριζωπή βάση, νιτρώδη-ραφανώδη μυρωδιά, κυλινδρικά-επιμήκη βασιδιοσπόρια ((7,5) 10-12 (13) x 4-6 (6,5) μm, ΒΚ: 7,6-11 x 4,5-5,3 μm, FN: 7,5-13 x 4-6 (6,5) μm), ατρακτόμορφα-διογκωμένα χειλοκυστίδια με –μερικές φορές διχαλωτό- ράμφος, πολυάριθμες γαλακτοφόρες υφές και μη ζελατινώδεις υφές ποδιού. Καυλοκυστίδια απόντα. Αδημοσίευτο αρχείο Γ.Κωνσταντινίδη μαζί με Λάκης Τσαμπάζης