Το Marasmius epiphyllus (Pers.) Fr. (Antonin & Noordeloos (AN2-115)=Marasmius tremulae Velen.) BK3/285, C2/566, JM989, Jο165, Cο495, P66, Bο174, Bu79, Δ200, Mο165, AN2-115) καρποφορεί το φθινόπωρο, κατά ομάδες, σε νεκρά φύλλα πλατυφύλλων, ιδιαίτερα πάνω σε κεντρικά νεύρα ή κοτσάνια φύλλων, σε κλώνους φυτών του γένους Rubus (βατομουριές, σμεουριές) και σε υπολείμματα κλώνων, σε υγρές θέσεις και παράγει μικρά βασιδιώματα με κρεμ ή λευκοκρέμ καπέλο (διάμ. 0,4-1 εκ.), λευκά, αραιά (5-8), φλεβόμορφα, μερικά διχαλωτά ή αναστομούμενα ελάσματα, που ακουμπούν πλατιά στο πόδι (χωρίς κολάρο) κυρτό ή ευθυτενές, λευκωπό στην κορυφή, κοκκινοκαφετί στη βάση (η οποία δεν έχει μυκηλιακές ίνες) και συνήθως με λεπτότατη λευκή σκόνη πόδι (1-2,5 (4) x 0,01-0,03 εκ.), υποκυλινδρικά, ατρακτόμορφα-ροπαλόμορφα έως ελλειπτικά ή υποσταγονόμορφα, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια ((8) 9-12 (15) x (3) 3,5-4 (5) μm) και λεπτότοιχα, λαγηνόμορφα χειλοκυστίδια (20-50 (60) x 6-10 μm), με μακριά, κωνικά άκρα. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικώδη (αδημοσίευτο αρχείο)