Το συνηθισμένο Phellinus conchatus (Pers.) Quél. (BK2/310, M4/σελ.24 & 213, C5/2011, N3/331, J275 & 286, Κ3-633) καρποφορεί όλο τον χρόνο, έχοντας περίοδο ωριμότητας το διάστημα από το καλοκαίρι έως το φθινόπωρο, συνήθως κατά ομάδες από αλληλοεπικαλυπτόμενα καρποσώματα, στην κάτω όψη ζωντανών ή νεκρών, όρθιων ή -σπανιότερα- πεσμένων κορμών πλατυφύλλων, συνηθέστερα ιτιάς αλλά και λεύκης, γαύρου, οξιάς, φτελιάς, κ.ά. και παράγει πολυετή, στρωματοειδή βασιδιώματα με γεισοειδείς απολήξεις (3-10 x 1-4 x 1,5 εκ.), αμυδρώς χνουδωτή επάνω (άγονη) επιφάνεια, με ομόκεντρες ζώνες καστανών ή καστανομαυριδερών αποχρώσεων (μερικές φορές καλύπτεται με βρύα), πιο ανοιχτόχρωμη, λευκωπή σε περίοδο ανάπτυξης, οξύληκτη περίμετρο, στενούς (3-6 ανά χιλ.), σκωριόχρωμους ή ωχροκαστανωπούς πόρους, αρκετά παχιά (0,7-1,2 εκ.), σκληρή, φελλώδη, κανελιά-καστανωπή σάρκα και υποσφαιρικά, λεία, κιτρινωπά, παχύτοιχα βασιδιοσπόρια ((4) 5-6 x (4) 4,5-5,5 μm). Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Polyporaceae – Πορώδη (αδημοσίευτο αρχείο)μαζί με Δέσποινα Κλεισιάρη, Γιώργος Κωνσταντινίδης, Λάκης Τσαμπάζης και Panos Diamandopoulos