Το Hebeloma laterinum (Batsch) Vesterh. (=Hebeloma edurum Métrod ex Bon, Hebeloma edurum Métrod, Hebeloma senescens Berk. & Broome) (BK5/121, FN815) καρποφορεί το φθινόπωρο σε δάση κωνοφόρων και πλατυφύλλων, σε ασβεστώδη εδάφη και παράγει μέτρια έως μεγάλα βασιδιώματα με κυρτό έως σχεδόν επίπεδο, κολλώδες έως σχεδόν ξερό, μη υγροφανές, αργιλόωχρο έως αργιλοωχρορόδινο καπέλο ((1,5) 3-7,5 (12) εκ. διάμ.), πυκνά ελάσματα (45-60), κυλινδρικό, λευκωπό, λεπιδωτό, ατρακτόμορφο πόδι (3-9 x 0,4-1,7 εκ.) με διογκωμένη και τελικά αργιλογκριζωπή βάση, μερικές φορές ± ευκρινή ψευρόριζα, πρόσκαιρο ολικό πέπλο, οσμή κακάο (ΒΚ, FN) ή Poire belle Hélèn (FN), λίγο ή πολύ πικρή γεύση, αμυγδαλόμορφα, φυματώδη, ευκρινώς δεξτρινώδη βασιδιοσπόρια (8,5-11,5 x (5) 5,5-6,7 μm, ΒΚ: 8,5-11,5 x 5-6,7 μm, FN: 8,5-11,5 x 5,5-6,5 μm) και κυλινδρικά ή ακανόνιστα χειλοκυστίδια
Πηγή. Agaricales, αδημοσίευτο αρχείο, Γιώργου Κωνσταντινίδη.