Το σπάνιο Ceraceomyces borealis (Romell) J. Erikss. & Ryvarden (Eriksson, J.; Ryvarden, L. 1973, Ginns, J. 1976, Prasher 125, J157, BG199) καρποφορεί στρωματοειδώς σε πολύ σάπιο ξύλο πλατυφύλλων και κωνοφόρων και παράγει χαλαρά προσκολλημένα και ευκόλως αποσπώμενα από το υπόστρωμα, αθηλώδη, μεμβρανώδη ή κηρώδη, λεία ή ± πτυχωτά-ρυτιδωμένα, λευκά, λευκωπά, αχυρόχρωμα, κιτρινωπά, ωχρωπά ή καφετιά βασιδιώματα με ινώδη περίμετρο, μερικές φορές με ριζόμορφα, λευκό υποφόριο, μονομιτικό σύστημα υφών με διακλαδιζόμενες, λεπτότοιχες ή παχύυτοιχες, διαφραγματικές, κρικοφόρες υφές (Ø 2-3 μm οι υφυμενιακές και 4-7 (9) μm οι βασικές) με μεγάλους και συχνά ανοιχτούς κρίκους, σποραδικόυς κρυστάλλους στο εξωτερικό στρώμα, 4-σπορα, στενά ροπαλόμορφα βασίδια (Κ10809: (12) 16,5-22,5 (26,5) x 3,6-4,7 µm) με βασικό κρίκο και λεία, υαλώδη, μη αμυλώδη, ακυανόφιλα (Ginns), υπατρακτόμορφα ή κυλινδρικά βασιδιοσπόρια (Κ10809: (4,5) 5-6,5 (7) x 1,5-1,9 µm) με προεξέχουσα μύτη, σταγόνες και συχνά σε δυάδες ή τετράδες. Κυστίδια απόντα.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Corticiaceae - Δερματοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)