Το μάλλον συνηθισμένο Cylindrobasidium laeve (Pers.) Chamuris (=Cylindrobasidium evolvens var. cucullatum (Bourdot & Galzin) Hjortstam & Ryvarden και κατά BG=Cylindrobasidium evolvens (Fr.) Jülich) (BG249, BK2/92, mycobank.org, C3/1153, J157, N3/183, bcrc.firdi.org.tw, leifgoodwin.co.uk, outerhebridesfungi.co.uk) καρποφορεί όλο τον χρόνο στρωματοειδώς, σε νεκρό ξύλο κυρίως πλατυφύλλων και σπανιότερα κωνοφόρων και παράγει, λεπτά, μεμβρανώδη ή κηρώδη βασιδιώματα αρχικά με με μορφή μικρών, μεμονωμένων, στρογγυλών, λευκωπών κηλίδων που σταδιακά συνενώνονται σε μεγαλύτερους σχηματισμούς, σπανίως με ανασηκωμένη περίμετρο και υποτυπώδη γεισώματα (¬1 εκ.), με ελαφρώς κροσσωτή, λευκή σε περίοδο ανάπτυξης περίμετρο, λείο ή ανώμαλο-φυματώδες, μαλακό (φρέσκο) ή ακτινωτά ραγαδιασμένο (ξερό), λευκοκρέμ, αργιλόχρωμο, αργιλορόδινο, κίτρινο, καφεβιολετί, ωχρωπό ή ωχροκαφετί υμένιο, ελαφρώς χνουδωτή και ζωνάτη άγονη επιφάνεια, λευκό υποφόριο, μονομιτικό σύστημα υφών με κρικοφόρες υφές (Ø Κ5425: 3,1-4,65 μm), μερικές φορές με ελαιώδες περιεχόμενο, πολυάριθμα, λεπτότοιχα, ατρακτόμορφα (λεπτο)κυστίδια (Κ5425: 49,8-67 x 5,15-6,5 μm, Κ10826: 46,5-82,1 x 5,7-7,6 μm), 4σπορα, κυλινδρικά ή στενά ροπαλόμορφα βασίδια (Κ5425: 25,3-54 x 5,2-6,1 μm, Κ10826: 36,65-48 x 4,5-6,5 μm) με βασικό κρίκο και λεία, υαλώδη, μη αμυλώδη, σταγονόμορφα-αχλαδόμορφα, συναθροιζόμενα συχνά σε δυάδες ή τετράδες βασιδιοσπόρια (Κ5425: 8,75-11,4 x 5-7,5 (8,45) μm, Κ10821: 8,35-10,05 x 4,65-6,45 μm, Κ10826: (7,15) 8-10,6 (11,1) x 5-7 (7,5) μm, Κ10827: 8,1-10,9 x 4-6,2 μm) με εμφανή μύτη.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Corticiaceae - Δερματοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)