Το ασυνήθιστο Hymenogaster luteus Vittad. (=Hymenogaster luteus f. trigonosporus Vacek, Hymenogaster luteus var. berkeleyanus (Corda) B. Stielow, Z. Bratek, A.K. Orczán, S. Rudnoy, G. Hensel, P. Hoffmann, H.-P. Klenk, M. Göker, Hymenogaster luteus var. fulvus Soehner, Hymenogaster luteus var. subfuscus Soehner) MS477, C7/2881, BT167, J493, Vidal 1991, Stielow et al., hongoshipogeos, Türkoğlu et al. 2014, mycobank.org, ambmuggia.it, truffes-poitou-charentes.com, biostor.org, manitari.gr και ως Hymenogaster luteus var. subfuscus: LG212, biostor.org) καρποφορεί από τον Σεπτέμβριο έως τον Απρίλιο, σε ασβεστώδη ή αργιλώδη εδάφη, σε δάση πλατυφύλλων ή -σπανιότερα- κωνοφόρων, υπογείως, και παράγει μικρά, βολβώδη, κανονικά ή ακανόνιστα πατατόμορφα, σφαιρικά, υποσφαιρικά (Stielow) ή πιεσμένα ελλειπτικά βασιδιώματα (Ø 0,2-2 εκ.), με λεπτό θύσανο ριζόμορφων, πολύ λεπτό, λείο, χνουδωτό-βαμβακένιο, αδιαφανές, αρχικά λευκωπό ή (πρώην Hymenogaster luteus var. subfuscus) θαμπό λευκό με γκρίζους τόνους, ωχρωπό αργότερα πηρίδιο με καφεμαυριδερά ή κοκκινομαυριδερά στίγματα στα σημεία που το αγγίξαμε, πολύ συνεκτικό, κίτρινο ή ωχροκίτρινο-ωχροκιτρινοκαφετή στην ωριμότητα ή (πρώην Hymenogaster luteus var. subfuscus) γκριζόλευκο έως καφετί ή ωχροκαφετή θρόμβο με μικρές, στρογγυλεμένες κυψέλες και λαβυρινθώδη όψη, απουσία κιονίσκου, γλυκιά και ευχάριστη, αρωματική οσμή και κιτρινωπά, σχεδόν υαλώδη, μερικές φορές ασύμμετρα, ελλειπτικά, επιμήκη, ατρακτόμορφα ή ωοειδή, με στρογγυλεμένη ή οξύληκτη κορυφή, χωρίς θηλή, λεία, χωρίς επίμονο περισπόριο βασιδιοσπόρια (Κ4396: 15-25 x 7-13 μm, Κ5345: 16-27 x 7-17 μm, Κ5929: (13,6) 14,7-29,25 (32,7) x (7) 8-13,3 (14,7) μm, Κ5933: 16,15-25,5 x 8,85-12,5 μm, K4861: (17) 19-29 (34) x (8 ) 10-15 (17) μm, Κ9095: (13,5) 16-22,5 (24,5) x 9,7-12,6 (16) μm, Κ13797: 15,5-25,25 x 7,75-11,95 μm, Κ13814: 16,15-26,75 x 8,3-12,65 (13,85) μm) ανακατεμένα με αρκετά ανώμαλα τριγωνικά, με υαλώδη υπολείμματα στηρίγματος (1-3 μm μήκος) με παράλληλα τοιχώματα ή (πρώην Hymenogaster luteus var. subfuscus) στην πλειοψηφία τους πλατιά ελλειπτικά με λεπτό, καφετί διάκοσμο που τους δίνει καφετιά και όχι χρυσοκίτρινη όψη.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Υπόγειοι Βασιδιομύκητες (αδημοσίευτο αρχείο)