Το ασυνήθιστο Agaricus gennadii (Chatin & Bοud.) P.D. Οrton (και κατά Parra =Agaricus robynsianus Heinem. (;=Agaricus bitorquis var. robynsianus (Heinem.) Boisselet & Courtec.) (Parra 1-350, G/Αg35, LIII-N3-204, C2/432, Cο726, Ca5, FAN5/34, Κ5-76, ambbresadola.it, RM-LΙΙΙ-3-204 και ως Agaricus robynsianus: Ca2, FAN5/34, G/Ag70) καρποφορεί από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, μοναχικά ή κατά ομάδες, από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, και έως τον Ιανουάριο, στα νησιά και τα παράκτια οικοσυστήματα, σε λιβάδια, πάρκα, κήπους, άκρες δρόμων, θερμοκήπια και υπόγεια κελάρια, αλλά και κάτω από δέντρα (κωνοφόρα και πλατύφυλλα) και θάμνους, σε αμμώδη εδάφη και παράγει μεγάλα βασιδιώματα, παρόμοια με αυτά των Agaricus pearsonii, Agaricus pequinii, Agaricus bitorquis και Agaricus bernardii, με λευκωπό, γκριζολευκωπό ή ωχροκρέμ, μεταξένιο, λείο καπέλο (Ø 4-10 (16) εκ.), μερικές φορές με μικρά ινώδη, ομοιόχρωμα λέπια στο κέντρο, λευκωπά, σαρκορόδινα, καφεπορφυρά έως καφεμαυριδερά ελάσματα, ιδιότυπο δαχτυλίδι βάσης - ψευδοθήκη και ινώδεις ζώνες στο ρωμαλέο, ατρακτόμορφο πόδι (4-6 x 1-2 εκ.) με οξύληκτη βάση, λευκή σάρκα που σχεδόν δεν μεταχρωματίζεται ή ροδίζει ελαφρώς στο πάνω μέρος του ποδιού, οσμή ουρίνης ή (ως Agaricus robynsianus) Lepiota cristata, πλατιά ελλειπτικά-ωοειδή, λεία, παχύτοιχα βασιδιοσπόρια (β: (6) 7-9,5 (11) x 5-7 μm, Parra: (6) 6,3-7,6-9,5 (11) x 5-6,15-6,8-(7) μm, RM: 6,5-9,5 x 5-7 μm), ΛΚ215:(6.2) 6.4 - 7.4 (7.5) x (4.7) 4.8 - 5.5 (5.8 µm και κυλινδρικά-ροπαλόμορφα, βασιδολόμορφα χειλοκυστίδια (κατά τον M. Bon ως Agaricus robynsianus, στερείται χειλοκυστιδίων). RS-. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)