Το μάλλον συνηθισμένο στα ηπειρωτικά της, μη εδώδιμο, Hygrocybe coccinea (Schaeff.) P. Kumm. (=Hygrocybe coccinea var. gracilis Heinem., Hygrocybe coccinea var. Umbonata Herink, Hygrocybe miniata (Scop.) Murrill) (FAN2/75+91, Η491, Η491+Η499, FN198, D172, BK3/83, Ι-14, C2/670, JM432, D170 & 171, Jο134, Cο208, P63, Bο108, Δ300, Π20, Μο95, Boertmann σ. 128, manitari.gr, Federico Calledda (funghiitaliani.it), FI219, mushroomexpert.com, leifgoodwin, asturnatura.com, mycoquebec.org) καρποφορεί από τον Ιούλιο έως τον Ιανουάριο, σποραδικά ή κοπαδιαστά σε λιβάδια, ξέφωτα και άκρες δασών ανάμεσα σε βρύα και γρασίδι, από τα παράκτια έως αλπικά υψόμετρα και παράγει μέτρια έως σχεδόν μεγάλα βασιδιώματα, με ποικιλόμορφο, ημισφαιρικό ή καμπανόμορφο, σπανίως επίπεδο, ελαφρώς τραχύ-κομβώδες ή ελαφρώς ρυτιδωμένο, υγροφανές, αδιαφανές-μη γραμμωτό ή μερικές φορές ελαφρώς ημιδιαφανές-γραμμωτό, υγρό, λιπαρό, γλοιώδες μόνο στη διάρκεια βροχής, ποικιλόχρωμο, λαμπερό κόκκινο ή αιματοκόκκινο (στο αρχικό στάδιο)-σπανίως πορτοκαλί- καπέλο (Ø 1-6,5 εκ.), συνήθως με πιο ξεθωριασμένο κέντρο, μερικές φορές με ευκρινή θηλή ή ύβο, στα μικρά καρποσώματα συνήθως με λεπτή, κίτρινη, εμφανέστερα γραμμωτή, μερικές φορές οδοντωτή περίμετρο, αραιά, ολοστυπικά ή ελαφρώς κατερχόμενα με οδόντωση, κοκκινωπά με κίτρινη άκρη ή ολόκληρα κίτρινα, πορτοκαλιά, κοκκινοπορτοκαλιά, κιτρινοπορτοκαλιά, κοκκινωπά με κίτρινες ακμές ή ολόκληρα κίτρινα ελάσματα, με κιτρινωπές ή λευκωπές ακμές, ξερό και λείο, σπανίως ελαφρώς γραμμωτό κατά μήκος ή με αυλακώσεις στα μεγαλύτερα βασιδιώματα, κηρώδες, κόκκινο ή πορτοκαλοκίτρινο, ακανόνιστα πιεσμένο ή στριφογυριστό, συχνά κυρτό, συνεκτικό, μάλλον συνεκτικό έως κούφιο πόδι ((2) 3-7 (8 x 0,3-0,6 (1) εκ. FΑN: x 0,4-1 (1,5) εκ.), με αιματοκόκκινη κορυφή στο αρχικό στάδιο λευκή βάση, κοκκινοπορτοκαλιά (στο καπέλο) (Κ7618) ή κιτρινοπορτοκαλιά (στο πόδι) (Κ7618) σάρκα, απροσδιόριστη οσμή και ήπια γεύση, συνήθως μάλλον ποικιλόμορφα, επιμήκη, ελλειπτικά, μερικά αμυγδαλόμορφα ή ελαφρώς κυλινδρικά, καθόλου ή σπανίως ελαφρώς πιεσμένα (FΑN, FN) (Boertmann: οπότε είναι πολύ μακριά) βασιδιοσπόρια (Κ4089a: 7,95-12,9 x 4,35-6,1 μm, Κ4206a: 7,7-12,1 (13,8) x 4,05-6,35 μm, Κ5271: 7,2-11,35 (13,05) x 4-5,8 μm, Κ5284: 7,5-11 x 4-6,3 μm, Κ7618: 7,05-11,3 x 4,05-5,8 μm, Κ8616: (6,75) 8-11,15 x (4) 4,5-5 (6,8) μm), 4σπορα, συνήθως πολύ μακριά, ροπαλόμορφα βασίδια (Κ4206a: 40,1-62,35 x 5,1-7,9 μm, Κ5284: 33-55 x 6-8,5 μm, Κ8616: 39,5-57 x 6,8-8,2 μm), υποκανονικό υμενοφόρο διάπλεγμα (β: 25-130 x 6-12 μm) και πιλοδερμίδα τύπου ιξοτριχοδέρμιου με υφές πλάτους 2,5-4 μm (Κ5284), αναμεμιγμένο κατά περιοχές με υφές τύπου ιξοδερμίδας με αρκετά διαπλεκόμενες υφές υφοδερμίδας.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)