Το μάλλον σπάνιο Ramariοpsis pulchella (Boud.) Cοrner (=Clavulinopsis pulchella (Boud.) Jülich, Ramariopsis bizzozeriana (Sacc.) Schild) Ν3/252, ΒΚ2/451, C7/2855, Κr2/35, Gr250, J89, Kautmanova et al. 2012, Matouš Jan 2017) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, μοναχικά ή κατά ομάδες, σε γυμνό έδαφος, σε υγρές θέσεις, σε δάση, θαμνότοπους κήπους, λιβάδια και άκρες ρεμάτων και παράγει κερατόμορφα-κοραλλόμορφα, αραιά ή πυκνά, ως επί το πλείστον τριπλά διακλαδιζόμενα βασιδιώματα (↑ Κ8436: 1,2-1,5 εκ., Κ13211: 1,5-2,3 εκ.), με ιώδες, λευκοκρέμ, μερικές φορές με κιτρινωπούς ή ωχροκαφετιούς τόνους και λευκή, χνουδωτή βάση πόδι πάχους 0,5-1 χιλ., που διακλαδίζεται σε θαμπούς ιώδεις, γκριζοβιολετιούς ή ρόδινους με ιώδεις τόνους, ως επί το πλείστον στρογγυλεμένους κλώνους (0,5-1,5 χιλ.), που συχνά επαναδιακλαδίζονται σε αρκετούς δευτερεύοντες, λεπτότερους κλώνους που καταλήγουν συνήθως σε 2 ή μερικές φορές 3 άκρα, ως επί το πλείστον με οξείες απολήξεις, μαλακή αλλά συνεκτική, κηρώδη, άοσμη σάρκα με ήπια γεύση, μονομιτικό σύστημα υφών με υαλώδεις, λεπτότοιχες, κρικοφόρες, επί μέρους διογκωμένες, μερικές φορές με τετράγωνους -συνήθως- κρυστάλλους, πλατιά ελλειπτικά έως υποσφαιρικά, λεπτότοιχα, υαλώδη, μη αμυλώδη, μη δεξτρινώδη βασιδιοσπόρια (Κ5355: 2,95-4 (4,15) × 2,35-2,95 (3,1) μm, Κ6611: 3,3-4,15 × 2,3-3,05 μm, Κ6427: 3,1-4,1 × 2,4-2,9 μm, Κ13211: (2,95) 3,2-4,2 (4,5) × (2,2) 2,3-3 (3,4) μm), με λεπτότατες ακίδες, μερικές φορές με μία σταγόνα, ως επί το πλείστον 4σπορα, βασίδια (Κ6427: 18,75-23 × 4,2-4,8 μm, Κ13211: 20,15-23,15 × 4,3-5 μm) με βασικό κρίκο. Κρίκοι παρόντες σε όλους τους ψευδοϊστούς.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Cantharelloid-Hydnoid- Clavarioid – Κανθαροειδή-Υδνοειδή-Κλαβαριοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)