Inocutis tamaricis (Pat.) Fiasson & Niemelä
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Inocutis tamaricis (Pat.) Fiasson & Niemelä

Το συνηθισμένο στα παράκτια Inocutis tamaricis (Pat.) Fiasson & Niemelä (=Inonotus tamaricis (Pat.) Maire, Inonotus tamaricis f. corneus Bondartseva) (Po289, C5/2002, J270, Κ3-308, manitari.gr, sekj.org, mykoweb.prf.jcu.cz) καρποφορεί σχεδόν ολόκληρο το χρόνο, μοναχικά ή σε ομάδες -μερικές φορές από συναθροιζόμενα ή αλληλεπικαλυπτόμενα καρποσώματα- παρασιτικά ή σαπροτροφικά, σε ζωντανούς ή νεκρούς κορμούς αλμυρικιών (Tamarix gallica), σε παράκτια μεσογειακά οικοσυστήματα και παράγει μεγάλα, άμισχα, μονοετή, γεισοειδή, κυρτά, διογκωμένα βασιδιώματα (μήκους 5-15 (20) και πάχους 1,5-4 (5) εκ), με αμβλεία και στρογγυλεμένη περίμετρο, που ακουμπά απευθείας στο υπόστρωμα, με επάνω -άγονη- επιφάνεια ανώμαλη, με εξογκώματα και λακκούβες, αρχικά τριχωτή και ωχροπορτοκαλιά, καφετιά, σκωριόχρωμη ή μαυριδερή αργότερα, χωρίς χρωματικές ζώνες, λεία στην ωριμότητα, βαθύχρωμη καφετιά έως μαύρη υμενοφόρα επιφάνεια, με κιτρινοκαφετιούς αρχικά βαθύχρωμους καφετιούς στην ωριμότητα σωλήνες μήκους 0,5-2,5 εκ., στενούς (1-3 ανά χιλ.), κυκλικούς ή γωνιώδεις πόρους, παχύ (2-3 εκ.), μαλακό, σπογγώδες και ινώδες όταν είναι φρέσκο, σκληρό και εύθραυστο όταν ξεραθεί, κιτρινωπό έως καστανό-σκωριόχρωμο διάπλεγμα (τράμα), με δυσάρεστη οσμή, μονομιτικό σύστημα υφών, και παχύτοιχα, καφετιά βασιδιοσπόρια (β: (6) 6,5-8,5 (9) x 5-6,5 (7) μm, Κ6862:6,9-8,2 x 5,55-6,3 μm, Κ13070: 6,65-8,15 x 4,9-5,8 μm), I-, με σταγόνες.

Γιώργου Κωνσταντινίδη: Πολύποροι- Polyporaceae (αδημοσίευτο αρχείο)