Το Οtidea οnοtica (Pers.) Fuckel (=Otidea abietina (Pers.) Fuckel, Otidea abietina var. nigra Rick, Otidea onotica var. brevispora W.Y. Zhuang) (Ν1/108, VV2, Ο79, D1127, G2/650, P271, K3-897, K5-421, blm.gov και ως Otidea abietina: ΒΚ1/59, Ο79, C3/1210, Κ222, , Κ3-899) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, μοναχικά ή κατά ολιγάριθμες ομάδες, σε δάση κωνοφόρων και πλατυφύλλων ή σε μικτά δάση, ανάμεσα σε πεσμένες βελόνες και βρύα, συνήθως στις άκρες και σε ξέφωτα και παράγει μικρά έως μεγάλα, συνήθως ωτιόμορφα ασκώματα (μήκος 1,5-3 (6) εκ., και ύψος 3-7 (10) εκ.) με μορφή ακανόνιστης, κυματιστής σουπιέρας, κυπέλλου ή οριζόντιου αυτιού, με ελαφρώς υπερυψωμένη τη μια μεριά και σχισμένη βάση, πορτοκαλί, πορτοκαλοκίτρινο, καστανό, φουντουκί, πορτοκαλοκαφετί ή πορτοκαλοκόκκινο υμένιο με σαρκορόδινους ή βιολετιούς τόνους, οδοντωτή περίμετρο, ωχροκίτρινη εξωτερική επιφάνεια και πλατιά ελλειπτικά, λεία, υαλώδη ασκοσπόρια (β: (11) 13-15 x (5) 6-7(9) μm, ΛΚ1245: (11,2) 12 – 13,3 (13,7) × (5,9) 6,2 – 6,9 (7,3) µm), με δυο σταγόνες, 8σπορους, μη αμυλώδεις ασκούς (β: 230-250 x 14-18 μm) και εντόνως κυρτές- αγκιστρόμορφες, διαφραγματικές παραφύσεις. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: αδημοσίευτο αρχείο