Το Collybia tuberosa (Bull.) P. Kumm. (=Microcollybia tuberosa (Bull.) Lennox) (BK3/203, C2/544, JM13, D312, Jo154, Co514, P57, G125, Βο180, Δ212, Mo151, Κ3-358, FN2/463, FTE1/279, ΔΔδδ/458) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, συνήθως κατά ομάδες από πολυάριθμα βασιδιώματα, σε υγρούς βιότοπους ανάμεσα σε σφάγνα, σε σάπια υπολείμματα μανιταριών που ανήκουν κυρίως στα γένη Lactarius, Russula και Meripilus giganteus και παράγει πολύ μικρά έως μικρά βασιδιώματα με κυρτό έως επίπεδο ελαφρώς υγροφανές, λευκωπό -με κιτρινοκαφετιές αποχρώσεις στο κέντρο- καπέλο (Ø 0,5-1,5 εκ.), προσφυή, λευκά ελάσματα, κεντρικό, κυλινδρικό, λευκό έως υποκίτρινο πόδι (1,5-4 Χ 0,5-1,5 εκ.) και καστανοκαφετί ή καστανομαυριδερό σκληρώτιο, λεία, υαλώδη, ελλειπτικά, αμυγδαλόμορφα, βασιδιοσπόρια β:((4,4-6,2 Χ 2,5- 3,7μm), (4,5-6,5 X2,5-3,5μm), (ΛΚ1232: (3,8 - 5,4) × (2,4)- 3,3) µm)), 4σπορα ροπαλόμορφα, έως κυλινδρικά, βασίδια (18-22 Χ 4μm), χειλοκυστίδια συνήθως δεν παρατηρούνται αλλά μπορεί να είναι διάσπαρτα ή να απουσιάζουν (Antonin, Noordeloos 1997). Καυλοκυστίδια (25-50 Χ 4-6μm) κυλινδρικά, ροπαλόμορφα έως ακανόνιστα, κάποια με θηλοειδή κορυφή. Κρίκοι παρόντες σε όλους τους ιστούς. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)