Το συνηθισμένο, ελαφρώς τοξικό Agaricus xanthodermus Genev. (=Agaricus pseudocretaceus Bon, Agaricus jodoformicus Speg., Agaricus xanthodermus var. griseus (A. Pearson) Bon & Cappelli, Agaricus xanthodermus var. lepiotoides Maire, Agaricus xanthodermus var. meleagrioides (A. Pearson) Bon & Cappelli) (Parra2-177, G/Ag300,BΚ4/197, Μ2/113, C3/882, JM1335, D505, Jο228, Cο754, P167, G211, Bο278, Δ100, Π147, Mο238, Ca59, FAN5/54, Κ5-95, ΚΥ108, RM-LIV-3-195, LP177, ως Agaricus xanthodermus var. lepiotoides: BΚ4/199, C3/882, JM1335c, Cο754, Cappelli 61, ως Agaricus xanthodermus var. meleagrioides: Ca87& Co754 και ως Agaricus xanthodermus var. griseus: BΚ4/198, C2/430, Cο754, Bο278, Mο238, Ca60) καρποφορεί από τον Απρίλιο έως τον Δεκέμβριο, συνήθως κατά μεγάλες ομάδες, ανάμεσα σε γρασίδι, σε λιβάδια, βοσκοτόπια, πάρκα, κήπους, κοπρισμένα γρέκια, θαμνότοπους, ξέφωτα, άκρες δασών και ακτές, τόσο σε δασικά-φυσικά όσο και σε ανθρωπογενή οικοσυστήματα και παράγει μέτρια έως μεγάλα βασιδιώματα, με ημισφαιρικό, ωοειδές, τραπεζοειδές, υποκυλινδρικό και τελικά επιπεδόκυρτο, μερικές φορές με χαμηλό ύβο και πιεσμένη περικεντρική ζώνη, θαμπό, ξηρό, λείο και ολόλευκο ή (πρώην var. griseus, var. lepiotoides ή var. meleagrioides) αργιλόχρωμο-γκριζωπό και ινώδες-λεπιδωτό ή ραγαδιασμένο, με λείο δίσκο, με μικρές γκρίζες ίνες ή γκριζωπά, γκριζοκαφετιά έως γκριζομαυριδερά λέπια καπέλο (Ø 3-15 εκ.), περίμετρο που κιτρινίζει έντονα, ελεύθερα, πυκνά, λευκωπά, σαρκορόδινα, καφετιά έως βαθύχρωμα καφετιά ή μαυριδερά ελάσματα με ελαφρώς οδοντωτή, ελαφρώς ανοιχτόχρωμη έως ομοιόχρωμη ακμή, κεντρικό, ροπαλόμορφο, βολβώδες πόδι (4-15 x 0,6-2 εκ.) με διογκωμένη συνήθως βάση (-3 εκ.) (αναφέρονται και συλλογές με κυλινδρικό πόδι από ακτές της Δανίας) που κιτρινίζει έντονα, μερικές φορές με κοντά εύθραυστα ριζόμορφα, μεμβρανώδες, διπλό, πλατύ, αρκετά παχύ στην περίμετρο δαχτυλίδι, που κιτρινίζει στο άγγιγμα, με ελαφρώς γραμμωτή επάνω και ανάγλυφη -στην περίμετρο- κάτω επιφάνεια, λευκωπή σάρκα που κιτρινίζει έντονα στη βάση του ποδιού, κρασοκοκκινίζει μετά από 20΄ και αρκετά αργότερα καφεκοκκινίζει, δυσάρεστη οσμή που θυμίζει φαινόλη , μελάνι ή ιώδιο, λεία, συνήθως πλατιά ελλειπτικά ή ελλειπτικά και σπανίως υποσφαιρικά ή επιμήκη, καφετιά βασιδιοσπόρια (K12377: 5,5-7 x 3,9-4,45-4,9 μm, Κ12953: 5,1-7 x 3,8-4,28-4,75 μm, με Μέσο Όρο πλάτους: 4,28 μm) συνήθως με μία σταγόνα, (2) 4σπορα, ροπαλόμορφα ή ελαφρώς κολοβά βασίδια (K12377: (17,5) 23-24,25 x 7-8,65 μm) και πολυάριθμα, συνήθως απλά μη σχηματίζοντα αλυσίδες, σπανίως με ένα διάφραγμα στην ουρά , υαλώδη , πλατιά ελλειπτικά, πλατιά ροπαλόμορφα , υποσφαιρικά , αχλαδόμορφα ή σφαιρικά με ουρά χειλοκυστίδια (K12377: 19,2-24,65 x 11,9-13,55 μm)..
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)