Το συνηθισμένο Parasola conopilus (Fr.) Örstadius & E. Larss (=Psathyrella conopilus (Fr.) A. Pearson & Dennis) (ΒΚ4/326, C2/890, JM805, D567, Cο790, Mο270, FN588, vielepilze.de, Szarkándi et al. 2017, funghiitaliani.it, mycocharentes.fr, K3-123, myko.cz, manitari.gr, guiahongosnavarra) καρποφορεί από την άνοιξη έως τον φθινόπωρο, μοναχικά ή συνήθως κατά ομάδες, ως επί το πλείστον σε δάση πλατυφύλλων, μονοπάτια, σε υγρές θέσεις, συνήθως σε επαφή με ξύλο και παράγει μικρά έως μέτρια, ψαθυρισκοειδή βασιδιώματα με κωνικό-καμπανόμορφο από την αρχή έως τον τέλος, θαμπό ή ελαφρώς γυαλιστερό μετά από βροχή, λείο ή ελαφρώς ρυτιδωμένο, εντόνως υγροφανές, μη πτυχωτό, καφεκοκκινωπό (βρεγμένο) με ωχροπορτοκαλί κέντρο ή αργιλοκιτρινωπό έως αργιλογκριζωπό (ξερό) καπέλο (Ø 1,5-4 (5) εκ.), οξύληκτη περίμετρο, χωρίς υπολείμματα του πέπλου, ακόμα και στα νεαρά καρποσώματα, μεροστυπικά, αρκετά πυκνά, στενά, αρχικά φωτεινά καφετιά, καφετιά με πορφυρές αποχρώσεις στην ωριμότητα, μη αυτολυόμενα ελάσματα με λευκωπές ακμές, κυλινδρικό, ιδιαιτέρως εύθραυστο, κούφιο, λείο, μεταξένιο, λευκωπό πόδι (9-14 (20) x 0,2-0,4 εκ.), μερικές φορές με κυρτή, τριχωτή βάση και λευκή σκονισμένη κορυφή, λεπτή, κρεμ ή καφετιά (κάτω από την επιδερμίδα) σχεδόν άοσμη σάρκα με ήπια γεύση, λεία, βαθύχρωμα κοκκινοκαφετιά-μαυριδερά, ελλειπτικά βασιδιοσπόρια (Κ3925: 14,4-17,75 x 6,5-8,85 μm, Κ3997: 12,7-17,85 x 7,65-9,1 μm, Κ7292: 13,7-16,35 x 7,9-9,1 μm, Κ11621: 12,9-17,75 x 7,5-9 μm, Κ12928: 11,5-15,7 x 7-9 μm), με συνήθως ελαφρώς έκκεντρο βλαστητικό πόρο, μαυροπόρφυρο αποτύπωμα, 4σπορα βασίδια (Κ12928: 24,25-44,5 x 11,4-13,45 μm) χειλοκυστίδια δύο τύπων (λαγηνόμορφα (Κ3997: 33,6-42,6 x 14,2-19,8 μm, Κ12928: 26,7-42,1 x 11,5-14,5 μm) και αχλαδόμορφα) και πιλοδερμιδα με διάσπαρτα, κιτρικοκαφετιά σκληροκυστίδια (Κ12928: 111,5-251 x 6,3-8,8 μm). Πέπλο απόν.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)