Το σπάνιο, μεσογειακό Russula mistiformis (Mattir.) Trappe & T.F. Elliott (Vidal et. al. 2019) καρποφορεί όλο σχεδόν τον χρόνο, υπογείως, μοναχικά ή κοπαδιαστά, σε δάση δρυός, καστανιάς και πεύκης και παράγει μικρά, άμισχα, αγγειοκαρπικά, αρχικά ελαφρώς χνουδωτά και λευκά και αργότερα λεία, με λαδιούς, κρεμ, κίτρινους ή ωχροπορτοκαλιούς τόνους βασιδιώματα (Ø 0,6-2,2 εκ.) με καφετιές κηλίδες, από την έκθεσή του στον αέρα ή στο άγγιγμα και βασικό άνοιγμα στην ωριμότητα, χωρίς κιονίσκο, κυψελώδη, λαβυρινθώδη, αρχικά κιτρινωπό ή κιτρινοπορτοκαλί και τελικά καφετή υμενοφόρο θρόμβο, με επιμήκεις ή κολπωτές κυψέλες, αρχικά οσμή μήλου και αργότερα έντονη, που θυμίζει Tuber melanosporum, υποσφαιρικά ή ωοειδή,πορτοκαλοκόκκινα σε ΚΟΗ βασιδιοσπόρια (Γ.Φ.: (8,5) 9,2-11,5 (12,85) × (7,1) 8,1-10,25 (12,6) μm) με μεμονωμένα ή μερικές φορές αλληλοσυνδεόμενα με χαμηλές κορυφογραμμές, εντόνως αμυλώδη, κυλινδρικά φύματα με αμβλεία κορυφή και μία σταγόνα, σποραδικά (1-3)4σπορα βασίδια (Γ.Φ.: 32,3-54,1 × 13,15-18,65 μm), τυπικά κεφαλοφόρες κυστιδιόλες και μέτριου πάχους στρώμα πιλοδερμίδας και σάρκας. Μακροκυστίδια απόντα