Το ασυνήθιστο, μη εδώδιμο Cortinarius salor Fr. (Myxacium) (BK5/285, C1/68, Μ8/758, FI840, JM1156, D791, Cο1199, Bο202, Δ244, Mο392, AG123, ne.jp, mycocharentes.fr, mycodb.fr, microshongosgarciabona, ambmuggia.it, Kanad Das-Dyutiparna Chakraborty 2015) καρποφορεί από τον Αύγουστο έως τον Νοέμβριο, μοναχικά ή κατά ομάδες, στο έδαφος, ανάμεσα σε φυλλάδα ή σε βελόνες σε δάση πλατυφύλλων ή κωνοφόρων, σε ασβεστώδη εδάφη και παράγει μέτρια έως μεγάλα βασιδιώματα με αρχικά ημισφαιρικό, κυρτό ή ελαφρώς καμπανόμορφο αργότερα, πιο επίπεδο στην ωριμότητα, λείο, με ενσωματωμένες ίνες, έντονα γλοιώδες και γυαλιστερό, αρχικά βαθύχρωμο βιολετί, ιώδες, κυανό ή ροδοβιολετί καπέλο (Ø 3-10 εκ.) με ξεθωριασμένο ωχροκιτρινωπό κέντρο τελικά, αρχικά εσωστρεφή, ευθεία αργότερα, κανονική, λεπτή και σχεδόν ημιδιαφανή περίμετρο που συνδέεται -σε πρώιμο στάδιο- με το πόδι, με άφθονες βιολετιές ίνες κουρτίνας, μέτριας πυκνότητας, ολοστυπικά-έγκοπτα, βιολετιά ή ιώδη αρχικά, ιώδη-γκριζωπά αργότερα, καφετιά ή σκωριόχρωμα τελικά ελάσματα με σχεδόν ομοιόχρωμες, οξύληκτες ακμές, υποκυλινδρικό, ευθυτενές, κυρτό ή ελικοειδές, γεμάτο αρχικά, κούφιο αργότερα, γλοιώδες, ινώδες, γυαλιστερό, λευκωπό με θαμπούς ιώδεις τόνους πόδι (5-12 x 0,5-1,5 εκ.), με παχνώδη κορυφή, ελαφρώς διογκωμένη αλλά οξύληκτη βάση (Ø -2,5 εκ.) με κιτρινωπούς τόνους στην ωριμότητα, καλοσχηματισμένη ινώδη, λευκοωχρωπή-σκωριόχρωμη ζώνη δαχτυλιδιού, λευκωπή σάρκα με βιολετιούς τόνους κατά περιοχές, ωχρωπή στη βάση, αδύναμη, ευχάριστη, χορτώδη οσμή, ήπια ή ελαφρώς στυπτική γεύση, ωχροκαφετιά, σφαιρικά, υποσφαιρικά ή πλατιά ελλειπτικά, εντόνως φυματώδη βασιδιοσπόρια (Κ5331: 7,4-9,5 (10,5) x 6-7,5 (7,75) µm) και καφετί-σκωριόχρωμο σποριοαποτύπωμα.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο