Το τοξικό, ασυνήθιστο, Pluteus salicinus (Pers.) P. Kumm. (Justo et al. 2014, FN337, BK4/125, C6/2335, JM738, D446, Jο203, Cο860, P118, Bο196, FAN2/33, Mο218, Κ3-406, AG25, Ι2-672) καρποφορεί από τον Μάιο έως τον Νοέμβριο, μοναχικά ή κατά μικρές ομάδες, σε σάπια πρέμνα ή κλώνους πλατυφύλλων (ιτιάς, σκλήθρου, δρυός, λεύκας, φράξου, σημύδας, ευκαλύπτου, οξιάς) και σπανιότερα κωνοφόρων, συνήθως σε πλημμυρισμένες θέσεις, σε όχθες ποταμών και χειμάρρων και παράγει μέτρια έως μεγάλα βασιδιώματα με ημισφαιρικό, καμπανόμορφο, κυρτό, έως πιο επίπεδο και μερικές φορές κυματιστό, με ή χωρίς ύβο, λείο ή ελαφρώς ακτινωτά ινώδες, ξερό ή ελαφρώς κολλώδες, θαμπό, ξεθωριασμένο, συνήθως ανοιχτόχρωμο γκρίζο ή γκριζοκαφετί ή -μερικές φορές- γκριζοπρασινωπό, κυανόγκριζο ή γκριζολαδί καπέλο (Ø (2) 3-6 (8 εκ.) με μαυριδερές λεπίδες στο πιο βαθύχρωμο κέντρο, πιο ανοιχτόχρωμη, λεία και οξύληκτη, ελαφρώς ημιδιαφανή και γραμμωτή (όταν είναι υγρή) περίμετρο, πλατιά, πυκνά (80-95), ελεύθερα, λευκά, κρεμ, ρόδινα, γκριζορόδινα έως γκριζοκαφετιά ελάσματα με ινώδεις ακμές, κυλινδρικό, συμπαγές, σκληρό αλλά εύθραυστο, λευκό, λείο πόδι (2-7 (10) x 0,3-0,8 εκ.) συνήθως με πλατύτερη βάση με εμφανείς κυανοπρασινωπούς τόνους και λευκές, γκριζοκαφετιές ή καφετιές ίνες κατά μήκος, λεπτή, λευκή σάρκα, έντονη οσμή φύλλων πελαργόνιου ή ελαφρώς ραφανώδη ή απροσδιόριστη ή υπόγλυκη οσμή και ήπια γεύση, λεία, μη αμυλώδη, μετρίως παχύτοιχα, πλατιά ελλειπτικά, ελλειπτικά ή μακρόστενα βασιδιοσπόρια (Κ11173: 6,5-10 x 4,7-7,25 μm), ρόδινο ή καφερόδινο σποριοαποτύπωμα, 4-σπορα, ροπαλόμορφα βασίδια (Κ11173: 21,7-33 x 7,5-10,2 μm), στενά ατρακτόμορφα, ατρακτόμορφα ή στενά ασκόμορφα, παχύτοιχα κωνισκοειδή πλευροκυστίδια (Κ11173: 63,3-93 x 15,9-27,3 (31,4) μm με 2-4 (5) καλά ανεπτυγμένα και ως επί το πλείστον ακέραια και σπανίως διχαλωτά άγκιστρα στην κορυφή, ενδιάμεσα παχύτοιχα κυστίδια χωρίς εμφανή άγκιστρα ή με στρογγυλεμένη κορυφή, υαλώδη, ροπαλόμορφα ή στενά ροπαλόμορφα χειλοκυστίδια (Κ11173: 48,5-71,5 x 12,5-23,4 μm) και πιλοδερμίδα τύπου δερμίδας με κρικοφόρες υφές και κυλινδρικά, μερικά εντόνως οξύληκτα ακραία στοιχεία.
Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)