Το Pseudoclitocybe cyathiformis (Bull.) Singer (=Clitocybe cyathiformis (Bull.) P. Kumm) (FN238, FAN3/92, ΒΚ3/399, C1/150, JM6, D290, Jο144, Cο318, P51, G115 Bο130, Δ140, Π91, Mο143, K3-346) καρποφορεί από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο, σπανίως μοναχικά, συνήθως κατά ομάδες, συχνά από συμφυή καρποσώματα, στο έδαφος και σε σάπιο ξύλο, ανάμεσα σε γρασίδι, σε άκρες δρόμων και μονοπατιών ή σε θέσεις που στοιβάζουν ξυλεία, σε δάση και σε άκρες δασών και παράγει μικρά έως μεγάλα βασιδιώματα με έντονα χωνιόμορφο και κυματιστό αργότερα, λείο, με ενσωματωμένες ίνες, υγροφανές, γυαλιστερό με λιπαρή όψη, βαθύχρωμο καστανό, μαυροκαφετί ή καφετί (όταν είναι υγρό), ή ξεθωριασμένο γκριζοκαφετί - αργιλόχρωμο (όταν ξεραίνεται) καπέλο (Ø 3-9 (15) εκ.) με ελαφρώς ή καθόλου διαφανή-γραμμωτή περίμετρο, διχαλωτά ελάσματα, κυλινδρικό, ευθυτενές, συμπαγές, εύθραυστο, κοκκινοκαφετί με λευκωπές ίνες πόδι (5-10 x 0,5-1 εκ.) με χνουδωτή στη βάση, συνήθως με λευκά ριζόμορφα, ευχάριστη αρωματική οσμή, ελλειπτικά, λεία, υαλώδη, αμυλώδη βασιδιοσπόρια (β: (7,5) 8,5-10 (10,5) x 5-6,5 (7) μm, ΛΚ1074: (8,3) 8,9 – 10,4 (10,8) x (5,5) 5,8 – 7,1 (7,6) µm), λευκοκρέμ σποριοαποτύπωμα, 4-σπορα βασίδια (32-40 (42) x (7) 8-9 (10) μm) και υφές Πιλοδερμίδας (Ø 3-6 (7) μm), χωρίς κρίκους στα διαφράγματα. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: αδημοσίευτο αρχείο