Το Echinoderma carinii (Bres.) Bon (L135, BoL46, FAN5/149, BΚ4/227, C2/408, JM1376, Cο657, P27, Bο238, Bu58, Mο242) καρποφορεί μοναχικά ή κατά μικρές ομάδες σε άκρες κωνοφόρων (μαυρόπευκου, θαλάσσιου πεύκου, κυπαρισσιού, κέδρου Ιμαλάϊων), πλατυφύλλων (δρυός, οξιάς, ιτιάς, λεύκας) ή μικτών δασών και σε περιαστικά άλση κυρίως το φθινόπωρο και παράγει μικρά έως μέτρια βασιδιώματα με καφετιά, ωχροκοκκινωπά ή καφεπορτοκαλιά, πυραμιδόμορφα ή αμβλέα λέπια (0,5-1 x 0,5 χιλ.) στο κιτρινοκαφετί, ωχρορόδινο ή ωχροκαφετί καπέλο ((1,5) 2-4,5 (7) εκ. διάμ.), που σε πρώιμο στάδιο συνδέεται μέσω κουρτίνας με το πόδι ((2) 3-4 (6) x 0,3-1 εκ.), ινώδη -αρχικά λευκωπή και αργότερα καφετιά- ζώνη δαχτυλιδιού, ζώνες με ομόκεντρα, πορτοκαλοκαφετιά οξύληκτα λέπια στο πόδι, ριζόμορφα στη βάση του ποδιού, αρχικά λευκωπά και αργότερα κρεμ-γκριζωπά ελάσματα, δεξτρινώδη βασιδιοσπόρια ((3) 3,5-4,5 (5) x (2) 2,2-2,7 (3) μm), ροπαλόμορφα ή -σπανίως- κυλινδρικά χειλοκυστίδια (16-33 x 5-8,5 (10) μm), μικρά στοιχεία των αλυσίδων των λεπιών του καπέλου ((10-25 (45) x 10-21 (35) μm) με τα κιτρινοκαφετιά τοιχώματα και άχρωμες κυλινδρικές υφές πάχους 4 μm περίπου που καλύπτουν τα στοιχεία του καπέλου.
Αδημοσίευτο αρχείο Γ. Κωνσταντινίδη