Το σπάνιο Pluteus chrysophaeus (Schaeff.) Quél. (=Pluteus luteovirens Rea κ.ά.) (FAN2/50, FΝ341, C2/536, Marino Zugna 2007, mycodb.fr, Κ5-73, micobotanicajaen.com, mycology.su) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο σε σάπιο ξύλο πλατυφύλλων και παράγει μικρά έως μέτρια βασιδιώματα με αρχικά βαθύχρωμο κιτρινοκαφετί και σύντομα πρασινωπό έως χρυσοκίτρινο ή μερικές φορές κανελί, καφετί, κιτρινωπό, μουσταρδί ή λαδοκίτρινο, γραμμωτό, λείο ή μερικές φορές ρυτιδωμένο - φλεβώδες καπέλο ((1) 2-4 (5) εκ Ø), λευκά, κιτρινωπά ρόδινα έως γκριζορόδινα, πυκνά ελάσματα με ομοιόχρωμες ακμές, λευκοκρέμ, κιτρινωπό ή ελαφρώς γκριζοκίτρινο κυλινδρικό πόδι (3,5 5,5 (7) x 0,2 0,6 εκ.) με λευκό χνούδι στην μερικές φορές πλατύτερη βάση, λευκή ή γκριζοκιτρινωπή σάρκα με ήπια γεύση και αδύναμη οσμή, υποσφαιρικά ή πλατιά ελλειπτικά βασιδιοσπόρια (β: (5,5) 6-7 (8,2) x (4,5) 5-6 (6,7) μm, Κ3469: 5,5-7,75 x 4,9-5,7 μm), 4-σπορα βασίδια (Κ3469: 23,3-32,35 x 6,65-8 μm) χωρίς βασικό κρίκο, λεπτότοιχα, υαλώδη ή με κιτρινωπό περιεχόμενο, ατρακτόμορφα ή λαγηνόμορφα πλευροκυστίδια (Κ3469: 47-77,2 x 16,7-24 μm) με πάχος κορυφής 5-7 μm, χωρίς άγκιστρα, υαλώδη, στενά ροπαλόμορφα ή λαγηνόμορφα χειλοκυστίδια (Κ3469: 24-69 x 10-21 μm) και πιλοδερμίδα από ροπαλόμορφα, υποσφαιρικά ή αχλαδόμορφα ακραία στοιχεία.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)