Mycena erubescens Höhn., Sber. Akad. Wiss. Wien, Math
Συνώνυμα:Mycena erubescens f. alba Robich, Mycena fellea J.E. Lange, Dansk bot. Ark. 1(no. 5): 26 (1914)
Καπέλο, με διάμετρο 0,3-1 (1,5) εκ., είναι αρχικά ημισφαιρικό έως αμβλύ κωνικό, καμπανόμορφο ή κυρτό αργότερα, συνήθως με μικρή αμβλεία θηλή. Η επιδερμίδα του είναι λεία, θαμπή έως μεταξένια, ημιδιαφανής και γραμμωτή έως το κέντρο, ωχρή, ροδινοκαφετιά ή κοκκινοκαφετιά με πιο βαθύχρωμο το κέντρο. Σε νεαρή ηλικία καλύπτεται με λεπτότατο στρώμα πάχνης. Η περίμετρος είναι πιο ανοιχτόχρωμη, γραμμωτή, οξύληκτη και μερικές φορές οδοντωτή. Η σάρκα είναι λεπτή, μεμβρανώδης, νερουλή, λευκοκαφετιά, άοσμη, με έντονα πικρή γεύση. Τα ελάσματα είναι λευκωπά με ρόδινη απόχρωση αρχικά, λευκογκριζωπά αργότερα που κοκκινίζουν στο άγγιγμα, πλατιά, ακουμπούν ελαφρώς στο πόδι και έχουν λείες, λευκές κόψεις. Το πόδι, με διαστάσεις 1,5-4 x 0,05-0,12 εκ., είναι κυλινδρικό, συνήθως κυρτό, με λευκές αγκαθωτές ίνες στη βάση, κούφιο και ελαστικό. Στα νεαρά καρποσώματα εκκρίνει νερουλό ή μερικές φορές λευκωπό χυμό, αν κοπεί. Η επιδερμίδα του είναι λεία, θαμπή έως μεταξένια, λευκή έως λευκωπή στην κορυφή, καφετιά στη βάση.
Σπόρια:9-11 x (6,5) 7-8,5 μm, πλατιά ελλειπτικά ή σχεδόν σφαιρικά, λεία, υαλώδη, με σταγόνες. Αφήνουν λευκό αποτύπωμα.
Βασίδια 4σπορα και 2σπορα
Χειλοκυστίδια δύο τύπων (Α) ατρακτόμορφα οξύληκτα 55-75Χ12-18 μm και (Β) ροπαλόμορφα ή στενά ροπαλόμορφα με στενές επιμήκεις απολήξεις που διακλαδίζονται 3,5-11 Χ 1,5-2,5 μm.
Πλευροκυστίδια ατρακτόμορφα οξύληκτα 60-115 Χ 12-19 μm.
Υφές πιλοδερμίδας 1,5-3 μm καλυμμένες με λεπτές διακλαδιζόμενες αποφύσεις 3-10 Χ 1-2 μm.
Καρποφορεί φθινόπωρο και χειμώνα, σπανίως μοναχικά, συνήθως κατά ομάδες, σε καλυμμένους με βρύα κορμούς ζωντανών πλατυφύλλων, όπως οξιά, βελανιδιά, σφενδάμι, φτελιά και σπανιότερα έλατου, σε ύψος έως και 2 μέτρα από το έδαφος. Μάλλον ασυνήθιστο είδος στην Ελλάδα
Παρατηρήσεις: Ανήκει στο τμήμα Lactipedes όπως και η Mycena haematοpus (Pers.) P. Kumm. (BK3/340 & C4/1445), που εκκρίνει βαθύχρωμο κοκκινοκαφετί χυμό, το Mycena sanguinοlenta (Alb.& Schwein.) P. Kumm. (BK3/364 & C2/565), που εκκρίνει νερουλό ρόδινο χυμό, το Mycena crοcata (αρ.), εκκρίνει πορτοκαλί χυμό, ενώ τα Mycena galοpus (αρ.) και Mycena galοpus var. alba (Pers.) P. Kumm. (D359), εκκρίνουν λευκό χυμό. Το Mycena inclinata (αρ.), παράγει μεγαλύτερα καρποσώματα (1-4 εκ. διάμ. καπέλου), με απαλή γεύση που θυμίζει αλεύρι ή αγγούρι, τα ελάσματά του δεν κοκκινίζουν στο άγγιγμα και το πόδι του δεν εκκρίνει χυμό αν κοπεί.
Πηγές: Αρχείο Γιώργου Κωνσταντινίδη , Mycena d’ Europa G. Robich, www.mycena.no.