Το μάλλον συνηθισμένο, κοσμοπολίτικο Diachea leucopodia (Bull) Rostaf. (=Diachea elegans (Trentep.) Fr., Stemonitis elegans Trentep., Stemonitis leucopodia (Bull.) DC., Trichia leucopodia Bull.) (ΒΙ295, MdE60, SS107, Fa96, Chin-Hui Liu & Jong-How Chang 2011, AΑ) καρποφορεί κοπαδιαστά, συχνά σε μεγάλους σχηματισμούς έκτασης αρκετών τ.μ., σε ξερά φύλλα, φυτικά υπολείμματα, ζωντανά βρύα (Κ) και μίσχους ή φύλλα ζωντανών ή νεκρών φυτών, μερικές φορές σε ύψος αρκετών εκατοστών από το έδαφος και παράγει πολύ μικρά έμμισχα, όρθια σποροκάρπια με κυλινδρικό, ελλειπτικό ελαφρώς κωνικό, βαθύχρωμο κυανό, χαλκόχρωμο, βαθύχρωμο καφετί, μαύρο ή πορφυρό σποριάγγειο (ύψους 0,7-2,5 χιλ. και 0,4-0,6 χιλ. διάμ.) με μεταλλική λάμψη, λευκό, ρωμαλέο, εντόνως ασβεστώδες πόδι (ύψους 0,7-2 χιλ.) με λεπτότερη κορυφή, λευκό, εντόνως ασβεστώδη υπόθαλλο, που σχηματίζει εμφανές δίχτυ, μεμβανώδες, ιριδίζον πηρίδιο που σχίζεται ακανόνιστα αρχίζοντας από το ανώτερο τμήμα του, με πιο επίμονη βάση, χωρίς ασβεστώδες υλικό, κυλινδρικό, με λεπτότερη κορυφή, χοντρό, εντόνως ασβεστώδη κιονίσκο, που φθάνει σχεδόν μέχρι την κορυφή του σποριάγγειου, διάπλεγμα κόμης που ξεκινά από όλο το μήκος του κιονίσκου και αποτελείται από διακλαδιζόμενα, αναστομούμενα, καφεβιολετιά νήματα με ξεθωριασμένα άκρα, λευκό πλασμώδιο, θαμπά καφεβιολετιά ή γκριζοβιολετιά σπόρια (8-10 (11) μm, Κ-8451: 8,4-9,75 μm) με αραιά φύματα και μαύρη σποριόμαζα. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Μυξομύκητες - Myxomycetes (αδημοσίευτο αρχείο)