Το μάλλον συνηθισμένο, ύποπτο τοξικότητας Scleroderma areolatum Ehrenb. (GA315, FMI3-194, ΒΚ2/504, C5/2068, P251, Jο364, Cο1727, P2/284, G498, Bο302, Bu192, Δ434, J481, E247, PLS34, ΕΕ247, Κ5-389, manitari.gr) καρποφορεί επιγείως ή ημιυπογείως συνήθως κατά ομάδες, σε υγρές -κυρίως- θέσεις με χούμο, συχνά κάτω από δρύες, και παράγει μικρά έως μέτρια, σφαιρικά ή αχλαδόμορφα, κιτρινοκαφετιά, με κοκκινοκαφετιές κηλίδες, μερικές φορές με ρόδινους, βιολετιούς ή κοκκινωπούς τόνους, ραγαδιασμένα βασιδιώματα (1,5-3 (4) εκ. διάμ.), χωρίς ή με κοντή ψευδοβάση (1-2 εκ. μήκος) και λεπτό, αρχικά ελαστικό και αργότερα εύθραυστο πηρίδιο (0,3-1 (1,5) χιλ.) που εμφανίζει δικτυωτή όψη (καφετιές λεπίδες με κιτρινωπές ραγάδες) και σφαιρικά βασιδιοσπόρια ((8) 10-11 (13,5) μm) με μεμονωμένες ή -μερικές φορές- συναθροιζόμενες, λεπτές, κωνικές αγκαθωτές προεξοχές μήκους 0,8-1,5 (2,5) μm), χωρίς δικτυωτό πλέγμα και υφές χωρίς κρίκους.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Γαστρομύκητες Επίγειοι (αδημοσίευτο αρχείο)