Το Lycoperdon marginatum Vittad. (FΜΙ3/130, GA185, J 475, E238, rogersmushrooms.com, svims.ca, Κ5-400) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο στο έδαφος, σε αμμώδεις, χορτώδεις θέσεις, σε ξερά λιβάδια και ξέφωτα κωνοφόρων (ιδιαίτερα κάτω από πεύκα σ.μ.β.) και παράγει μέτρια, πιεσμένα υποσφαιρικά, ή -σπανίως- αχλαδόμορφα βασιδιώματα (2-5 x 1-3,5 (6) εκ.) με εμφανείς αλλά πρόσκαιρες αρχικά λευκές, αργότερα λευκοκιτρινωπές και τελικά λαδοκαφετιές πυραμιδόμορφες (με τετράγωνη ή πεντάγωνη βάση) ακίδες (μήκους 1-3 χιλ.) που πέφτουν σταδιακά κατά πλάκες δημιουργώντας έντονη αντίθεση με το αρχικά κιτρινωπό και αργότερα καφετί ενδοπηρίδιο, αρχικά λευκό και συμπαγή, λαδοκαφετή αργότερα θρόμβο που μετατρέπεται σε λαδοκαφετιά μάζα σπορίων και απελευθερώνεται με μορφή σκόνης από μικρή στρογγυλή τρύπα (στομάτιο) που ανοίγει στην κορυφή της κεφαλής, καλά αναπτυγμένη άγονη κυψελώδη βάση με κυψέλες μήκους 1 χιλ., ελαφρώς κοκκώδη βασιδιοσπόρια (3,5-5 μm) με κοντή ουρά (1-3 μm) και ελαστικές, ελαφρώς διακλαδιζόμενες υφές κόμης κιτρινοκαφετιές, πλάτους 4-8 μm, με άφθονους ακανόνιστους πόρους. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Γαστρομύκητες Επίγειοι (αδημοσίευτο αρχείο)