Tο κοινό Lasiobolus cuniculi Velen. (Κατά Bezerra-Kimbroug και FFI=Lasiobolus brachytrichus Velen.) Ν1-102, RD69, ΑΙ-116, J. L. Bezerra-J. W. Kimbroug 1975, FFI555) καρποφορεί όλο τον χρόνο σε κοπριά και παράγει πολύ μικρά, άμισχα, αρχικά σφαιρικά και αργότερα στροβιλόμορφα-κυπελλόμορφα έως επίπεδα δισκόμορφα, κιτρινωπά, βαθύχρωμα κίτρινα ή πορτοκαλοκόκκινα ασκώματα (0,2-0,7 χιλ.. Ø.) με ασαφή περίμετρο, ομοιόχρωμη εξωτερική επιφάνεια, σποραδικές, οξύληκτες, όρθιες, ευθείες ή ελαφρώς κυρτές, αδιαφραγματικές, υαλώδεις, σχετικά κοντές και στενές τρίχες (Κ10228: 205-417 x 12-26 μm) εξωτερικής επιφάνειας, σχεδόν υαλώδεις, αδιαφραγματικές, σποραδικώς διακλαδιζόμενες, ελικοειδείς υφές αγκύρωσης, 8-σπορους, δίσειρους ή μονόσειρους, πλατιά ροπαλόμορφους ασκούς (β: 90-215 x 19-36 μm, Κ10228: 89,5-201 x 17-31,5 μm), λεία, υαλώδη ή σχεδόν υαλώδη, μεγάλα, ελλειπτικά ασκοσπόρια (β: (16) 18-22 (26) x (7,5) 11-13 (16) μm, Κ10228: (19,9) 21-25,5 (27) x (8,5) 10-14 (15) μm) σχεδόν πάντα με μία φούσκα De Bary, χωρίς σταγόνες, και τριχοειδείς, απλές ή διχαλωτές, ευθείες ή ελαφρώς κυρτές, διαφραγματικές παραφύσεις με ελαφρώς διογκωμένη κορυφή.
Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Ασκομύκητες (αδημοσίευτο αρχείο)