Το μάλλον σπάνιο, φαγώσιμο, νόστιμο Pseudocraterellus undulatus (Pers.) Rauschert (=Cantharellus sinuosus Fr., Cantharellus undulatus (Pers.) Fr., Craterellus crispus (Bull.) Berk. Craterellus sinuosus (Fr.) Fr., Craterellus undulatus (Pers.) Redeuilh, Pseudocraterellus sinuosus (Fr.) Corner κ.ά.) (JM414, Bο306, Co110, Κ5-390, manitari.gr, ME, funghiitaliani.it ως Pseudocraterellus sinuosus: BK2/486,CH20, ως Cantharellus crispus: C2-678, ως Craterellus undulatus: FI-1464 και ως Cantharellus sinuosus: C1-239) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, σπανίως μοναχικά, συνήθως θυσανωτά κατά ομάδες από συναθροιζόμενα καρποσώματα, στο έδαφος, ανάμεσα σε φυλλάδα, σε δάση κυρίως πλατυφύλλων (ιδιαίτερα οξιάς αλλά και δρυός, φουντουκιάς, καστανιάς και φράξου) συχνά σε υγρές θέσεις και παράγει μικρά έως μέτρια βασιδιώματα με διάτρητο χωνιόμορφο καπέλο* (διάμ. (1) 2-4 (5) εκ.), με λιγότερο ή περισσότερο διάτρητο κέντρο, ακτινωτά κυματιστή, γκριζοκαφετιά επάνω -άγονη- επιφάνεια, πιο ανοιχτόχρωμη, κιτρινωπή, σχιστή, σγουρή, κυματιστή περίμετρο, μερικές φορές με μικρότερα δευτερογενή καπέλα, αργιλόχρωμη ή αργιλογκριζωπή υμενοφόρα επιφάνεια με αραιές, μερικές φορές αναστομούμενες πτυχές και ρυτίδες, διάτρητο, κατά μήκος αυλακωτό, κιτρινωπό, αργιλοκιτρινωπό ή γκριζοκαφετί ακανόνιστα κυλινδρικό πόδι ((1) 3-6 x 0,2-0,8 εκ.) με στενότερη βάση, λεπτή, μαλακή, ινώδη σάρκα, αδύναμη, ευχάριστη μυρωδιά, ήπια γεύση, αβγόμορφα, λεία, υαλώδη, μη αμυλώδη βασιδιοσπόρια ((8) 9-12 (13) x (6) 7-8 (9) μm) με σταγόνες ή κοκκώδες περιεχόμενο και υφές χωρίς κρίκους. * μερικές φορές συμφυή ανά 2 ή 3 καπέλα αναφύονται από το ίδιο πόδι. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Cantharelloid-Hydnoid- Clavarioid – Κανθαροειδή-Υδνοειδή-Κλαβαριοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)