Το Macrotyphula fistulosa var. fistulosa (Fr.) Petersen (Ι-3/1444, BK2/438, C3/1170, Jο85, P256, G385, Cο119, Δ442, J87, N3/269, Κ3-782, funghi-bormio.it) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, σπανίως μοναχικά, συνήθως κατά ομάδες, σε νεκρό ξύλο, ιδιαίτερα σκλήθρου, οξιάς, δρυός, φτελιάς, φουντουκιάς και σημύδας και παράγει μέτρια έως μεγάλα, μακρόστενα, σχεδόν ροπαλόμορφα βασιδιώματα (3-20 (35) x 0,5-1 εκ.) με λεπτότερη, στείρα βάση που μερικές φορές είναι ελαφρώς χνουδωτή, αμβλεία κορυφή που μερικές φορές είναι ακανόνιστα διογκωμένη, λείο, θαμπό, ωχροκίτρινο ή κοκκινοκαφετί υμένιο, κούφια εσωτερικά, ελαστική, σκληρή, κιτρινωπή σάρκα, χωρίς γεύση και μυρωδιά και ελλειπτικά ή πλατιά ατρακτόμορφα, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια (10-15 (16) x (5) 5,5-7 (8) μm, funghi-bormio.it: 10,4-16,1 x 5-7,1 µm). Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Cantharelloid-Hydnoid- Clavarioid – Κανθαροειδή-Υδνοειδή-Κλαβαριοειδή (αδημοσίευτο αρχείο