Agaricus moelleri Wasser
Ευρετήριο / Βασιδιομύκητες

Agaricus moelleri Wasser
Το Agaricus moelleri Wasser (G/Ag206, 88, BK4/188, C1/45 & 2/431, JM1331, D506 & 507, Jο226, Cο756, P168, Bο278, Fu3/19, Mο238, Ca62, Κ5-96, ΚΥ102) έχει ευκρινώς λεπιδωτό ή ραγαδιασμένο καπέλο και που κιτρινίζει στην περίμετρο έντονα, όπως και το δαχτυλίδι, η βάση του ποδιού και η σάρκα στη βάση του ποδιού-, δυσάρεστη μυρωδιά που θυμίζει φαινόλη και σφαιρικά ή ροπαλόμορφα χειλοκυστίδια (έως 15 μm πλάτος). Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)
Agaricus moelleri Wasser

Το συνηθισμένο, τοξικό (προκαλεί γαστρεντερική δηλητηρίαση) Agaricus moelleri Wasser ( = Agaricus meleagris (Jul. Schäff.) Imbach, Agaricus moelleri var. terricolor (F.H. Møller) P. Roux & Guy García, Agaricus praeclaresquamosus A.E. Freeman) (G/Ag306, 88, BK4/188, C1/45 & 2/431, JM1331, D506 & 507, Jο226, Cο756, P168, Bο278, Fu3/19, Mο238, Ca62, Κ5-96, ΚΥ102, RM-LIV-3-198, manitari.gr, ως Agaricus praeclaresquamosus var. terricolor: ΒΚ4/188 remarks, C2/889, JM1331a, Cο756, Mο238, Ca63 και ως Agaricus xanthodermus var. meleagrioides: Ca87& Co754) καρποφορεί από τον Απρίλιο έως τον Νοέμβριο, και έως τον Ιανουάριο, στα νησιά και τα παράκτια οικοσυστήματα, μοναχικά ή συνήθως κατά μικρές ομάδες, σε θαμνότοπους, πάρκα, κήπους, λιβάδια, άκρες δασών και όχθες ποταμών, σε υγρές θέσεις και παράγει μεγάλα βασιδιώματα με ευκρινώς λεπιδωτό ή ραγαδιασμένο καπέλο (διάμ. 6-10 (12) εκ.) με ομόκεντρα, καφετιά, σκωριόχρωμα ή μαυριδερά λέπια που πυκνώνουν στο κέντρο και αραιώνουν στην λευκωπή περιφέρεια, περίμετρο που κιτρινίζει έντονα, ελεύθερα, πυκνά, λευκωπά, σαρκορόδινα, ροδοκαφετιά έως βαθύχρωμα καφετιά ελάσματα με πιο ανοιχτόχρωμη ακμή, κυλινδρικό, συνήθως ελικοειδές ή κυρτό, συμπαγές αρχικά, κούφιο αργότερα, εύθραυστο, λευκωπό αρχικά, καφετί και ελαφρώς ινώδες αργότερα πόδι (6-8 (10) x 1-1,5 εκ.) με βολβώδη βάση, που κιτρινίζει στο άγγιγμα, μεμβρανώδες, πλατύ, εύθραυστο αλλά επίμονο, λευκό δαχτυλίδι, με ινώδη κάτω όψη και περίμετρο που κιτρινίζει εντονότερα, λευκωπή σάρκα που κιτρινίζει στη βάση του ποδιού, δυσάρεστη μυρωδιά φαινόλης ή μελάνης, ελλειπτικά ή αβγόμορφα, λεία, παχύτοιχα, καστανόξανθα βασιδιοσπόρια (4,5-6 (6,5) x 3-4 μm) και σφαιρικά ή ροπαλόμορφα χειλοκυστίδια (x 8-12 (15) μm). RS-, ΚΟΗ+ (κιτρινίζει στο καπέλο).

Δημοσιεύτηκε από Μανιταρόφιλοι Ελλάδας στις Παρασκευή, 24 Οκτωβρίου 2014