Το Agaricus langei (F.H. Møller & Jul. Schäff.) Maire (=Agaricus mediofuscus (F.H. Møller) Pilá,) (BK4/179, C1/43, JM1325, D487, Jο225, Cο736, P160, Bο276, Η187, Τ190, Fu3/20, Mο233, FAN5/40, Ca27, Κ5-85, ambbresadola.it) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο, κατά μικρές ομάδες σε δάση κωνοφόρων (κυρίως ελάτης και ερυθρελάτης) και πλατυφύλλων και παράγει μεγάλα βασιδιώματα με καφετιά, κοκκινοκαφετιά, σκωριόχρωμα ή πορφυροβιολετιά (Agaricus mediofuscus ) λέπια στο λεπτόσαρκο (6-11 χιλ. πάχος) καπέλο (διάμ. 5-10 (15) εκ.) που δεν κοκκινίιζει στο άγγιγμα, εύθραυστο, κυλινδρικό, ελαφρώς ινώδες, λεπιδωτό (Agaricus mediofuscus) έως σχεδόν λείο, λευκωπό με ρόδινους τόνους πόδι (χωρίς βολβώδη βάση) που κοκκινίζει στο άγγιγμα, ωχροκαφετιά περίμετρο στο δαχτυλίδι, σάρκα που κοκκινίζει αν κοπεί, σχετικά μεγάλα βασιδιοσπόρια ((5,8) 7-9 (9,4) x (3,7) 4-5 (6) μm) και πλατιά ροπαλόμορφα-αβγόμορφα ή αχλαδόμορφα χειλοκυστίδια. RS-. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Agaricales – Αγαρικοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)