Το Ramaria bοtrytis (Pers.) Ricken (BK2/461, C2/776, M1/75, JM176, D1026, Jο88, Cο123, P260, Bο309, J107, Κ3-759, Κ4-72, Κ5-365) καρποφορεί καλοκαίρι και φθινόπωρο σε δάση πλατυφύλλων και παράγει μεγάλα, κοραλλόμορφα, λευκά, κρεμ έως ωχρωπά με κιτρινοκαφετιά στίγματα μανιτάρια (ύψος 7-15 εκ., πλάτος 4-15 (20) εκ), με ρόδινα, κρασάτα ή βιολετιά άκρα και κοντό, λευκό κορμό (3-4 x 1,5-5 εκ.) που διακλαδίζεται σε κλώνους (πάχους έως 3 εκ.), που και αυτοί διακλαδίζονται ξανά σε κοντούς κλώνους με 2-4 αγκαθωτές απολήξεις, εύθραυστη, λευκή σάρκα με μυρωδιά που συχνά θυμίζει φρούτο και κατά μήκος γραμμωτά βασιδιοσπόρια (10,5) 13-15 (18) x (3,5) 4-6,5 (8) μm, με γραμμές κατά μήκος. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: Cantharelloid-Hydnoid- Clavarioid – Κανθαροειδή-Υδνοειδή-Κλαβαριοειδή (αδημοσίευτο αρχείο)