Tο κοινό Stereum hirsutum (Willd.) Pers. (BK2/200, C1/369, JM223, Jο118, Cο66, P237, G417, Δ398, J205, K3-705, BG636) καρποφορεί όλο τον χρόνο, σε έμφλοιο ή άφλοιο νεκρό ξύλο πλατυφύλλων, συνήθως δρυός, οξιάς και σκλήθρου και παράγει λεπτά, στρωματοειδή βασιδιώματα σε μεμβρανώδεις σχηματισμούς έκτασης αρκετών τετραγωνικών εκατοστών ή που και μερικές φορές σχηματίζουν ημικυκλικά γεισώματα που απέχουν 0,5-3 εκ. από το υπόστρωμα, χνουδωτή, τριχωτή επάνω, άγονη επιφάνεια με ομόκεντρες ωχροκίτρινες ή κιτρινοπορτοκαλιές ζώνες με λευκογκριζωπό χνούδι, που εξαφανίζεται στην ωριμότητα και τότε ξεθωριάζει σε ωχρογκριζωπή, κυματιστή και σαφώς πιο ανοιχτόχρωμη περίμετρο, λεία ή ελαφρώς κυματιστή, κιτρινοπορτοκαλιά, κίτρινη του χρωμίου, καφεπορτοκαλιά ή γκριζοκαφετιά στην ωριμότητα υμενοφόρα επιφάνεια, με μικρά φύματα και ρυτιδώσεις, που συνήθως, δεν κοκκινίζει αν πληγωθεί, ελαστικό και σκληρό τράμα, (σε εγκάρσια τομή διακρίνεται ευκρινώς ένα λεπτό, κιτρινοπορτοκαλί () ή μαύρο (BG) στρώμα ανάμεσα στη χνουδωτή εξωτερική επιφάνεια και το τράμα), ελλειπτικά, κυλινδρικά, λεία, υαλώδη βασιδιοσπόρια ((5) 5,5-6,5 (8) x 2-3 (3,5) μm, BG: 5-8 x 2-3,5 μm), 2 τύπων κυστίδια: α) μάλλον παχύτοιχα με λεπτότοιχη αμβλεία κορυφή (BG: >100 x 7-10 μm) και β) ελαφρώς παχύτοιχα οξυκυστίδια (acutocystidia) (BG: 20-30 x 2-4 μm) με προεξέχουσα οξύληκτη (όχι ραμαριόμορφη-κοραλλόμορφη) κορυφή και διμιτικό σύστημα υφών με λεπτότοιχες έως ελαφρώς παχύτοιχες, απλές, διαφραγματικές γενετικές υφές (2-3 μm διάμ.) χωρίς κρίκους και παχύτοιχες, υαλώδεις ή καφετιές σκελετικές υφές (4-6 μm διάμ.) που συνήθως καταλήγουν σε σκελετοκυστίδια. Όλες οι υφές είναι δυνατά κολλημένες μεταξύ τους. Πηγή: Γιώργου Κωνσταντινίδη: αδημοσίευτο αρχείο